ΤΟ ΠΟΡΦΥΡΟ ΡΟΔΟ ΤΟΥ ΚΑΪΡΟΥ (The Purple Rose of Cairo, 1985)

Η ταινία μας αφηγείται την ιστορία της Σεσίλια, μιας φτωχής σερβιτόρας, η οποία κατά τη διάρκεια της οικονομικής κατάρρευσης, περνά τον περισσότερο χρόνο βλέποντας ταινίες. "Ξεχνάω τις λύπες μου", εξομολογείται η νεαρή γυναίκα, την οποία τρομοκρατεί ο αγενής και άνεργος σύζυγός της. Μόνο βλέποντας γενναίους και αήττητους ήρωες στην οθόνη μπορεί να ανταπεξέλθει στην εφιαλτική της καθημερινότητα. 

Ο Άλλεν αφήνει στην άκρη τους διανοούμενους νευρωτικούς Νεουορκέζους με τα προβλήματα στις σχέσεις τους - όχι όμως και τις ξεκαρδιστικές ατάκες του - και επιδίδεται σε έναν διαλογισμό για την αυταπάτη και το ίδιο το σινεμά (ως μηχανισμός αυταπάτης), ακροβατώντας σ'εκείνο το λεπτό όριο που συνδέει το γλυκό με το γλυκερό και το κωμικό με το μελαγχολικό, μέσα σε μια σύνθεση "τσαπλινικού" τύπου.

EXOTICA (1994)

Ο εξαιρετικά σύνθετος και πολυδιάστατος κινηματογραφικός κόσμος του Καναδού σκηνοθέτη, βρίσκει εδώ μία από τις πλέον ώριμες εκφράσεις του (μαζί με το "Γλυκό πεπρωμένο" που θα ακολουθήσει). Η μοναξιά, η απόγνωση η έλλειψη επικοινωνίας, ο ψυχολογικός μηχανισμός της μνήμης και της προβολής, ή έλλειψη προσαρμογής στην πραγματικότητα και η αναγκαιότητα να καλυφθεί αυτήν η έλλειψη (στην αρχή με υποκατάστατα, αργότερα με γνήσια ενδοσκόπηση, αποδοχή του υπαρξιακού πόνου και κατανόηση του Άλλου).

Ένα άκρως γοητευτικό φιλμικό σύμπαν, αριστοτεχνικά δομημένο, με εξαιρετική αφηγηματική τεχνική, απογειωτική μουσική από τον Μίκαελ Ντάνα και απαστασιοποιημένη, "ψυχρή" ματιά, όχι γιατί ο Εγκογιάν δεν αγαπάει τους ήρωές του (η επειδή ακολουθεί Μπρεχτικές αντιλήψεις), αλλά γιατί οι τελευταίοι δεν μπορούν να προσδιοριστούν. Η κατάβαση και κατακράτηση του Χαιντεγκεριανού Dasein στο υπαρξιακό Μηδέν. Στο τέλος υπάρχει και το "ξέφωτο" που λυτρώνει.

ΟΡΓΙΣΜΕΝΟ ΕΙΔΩΛΟ (Raging Bull, 1980)

Το φιλμ που πολλοί θεωρούν ως το καλύτερο της δεκαετίας του '80, είναι ένα σημαντικό επίτευγμα σεναρίου, υποκριτικής, σκηνοθεσίας, και μοντάζ, μια διαπεραστική ματιά στην ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή, του μεταπολεμικού πρωταθλητή πυγμαχίας μεσαίων βαρών Τζέικ λα Μότα (υπαρκτού προσώπου). Βασισμένη σ'ένα βιβλίο, η ταινία συμπεριλαμβάνει όλα τα θέματα που απασχολούν τον Σκορτσέζε: την αυτοκαταστροφή, την επιβίωση, την αλαζονεία, την άνοδο την ύβρι, την ενοχή, την Πτώση, την Χάρη (όχι άδικα πολλοί παραλλήλισαν το φιλμ με την αρχαία τραγωδία). Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο δίνει μία από τις πιο συγκλονιστικές ερμηνείες όλων των εποχών (πήρε τριάντα κιλά για τις ανάγκες του ρόλου) και βραβεύτηκε με Όσκαρ.

"Ένας άνθρωπος απέναντι σ'ένα τοίχο, να με μια γραμμή το κεντρικό θέμα αυτής της ταινίας. Ο Τζέικ Λα Μότα τα έχει όλα: μια όμορφη γυναίκα, μια κάντιλλακ, παιδιά. Θα τα χάσει όμως όλα γιατί πιστεύει ότι είναι ανάξιός τους, σημαδεμένος τρομερά από την ενοχή. Αυτή η ενοχή - καταλάβετέ το καλά - δεν ξεκινάει από μια συγκεκριμένη πράξη, είναι ομοούσια με το πρόσωπο. Εάν είχατε κληρονομήσει αυτή την ενοχή από τη στιγμή της γέννησής σας, πόση ελπίδα θα είχατε να απαλλαγείτε; Εάν στα κατάβαθα του εαυτού σας είσαστε πεπεισμένος για την αναξιότητά σας - όπως ήμουν εγώ ο ίδιος και όπως είμαι ακόμα ίσως - τι θα μπορούσατε να κάνετε; Είσαστε καταδικασμένος, έτσι δεν είναι;" (Μ. Σκορτσέζε).

"You never knocked me down"...Ο Λα Μότα χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο, αφήνεται παθητικά στις γροθιές του αντιπάλου του, καταστρέφει τον εαυτό του, θέλοντας να ξαναβρεί το κομμάτι εκείνο της ψυχής, που είναι αμόλυντο από το προπατορικό αμάρτημα..."You never knocked me down".

FULL METAL JACKET (1987)

Από τις καλύτερες αντιπολεμικές ταινίες που έγιναν ποτέ. Η ιδιαιτερότητά της σε σχέση με άλλες ταινίες του είδους, έγκειται στην εξαντλητική, ακριβέστατη και οδυνηρή παρουσίαση της σταδιακής αποκτήνωσης των αμερικανών στρατιωτών σ'ένα αμερικάνικο στρατόπεδο, πριν από την κατάβαση στην κόλαση του Βιετνάμ. 

Κουρεύονται όλοι τους με τον ίδιο τρόπο, φορούν τα ίδια ρούχα, μένουν σε ομαδικούς κοιτώνες σαν αγέλες, αναγκάζονται να ξεχάσουν το δικό τους όνομα και να υιοθετήσουν αυτό που τους δίνει ο διοικητής τους, μιλούν με εμβατήρια και καθιερωμένες φράσεις υποταγής, καλούνται να αντικαταστήσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα με την αγάπη για ένα άψυχο αντικείμενο (το όπλο), προπονούνται να διώξουν από μέσα τους κάθε συναίσθημα ανθρωπιάς και να γίνουν μηχανές προγραμματισμένες να σκοτώνουν. Μετά απ'όλη αυτήν την περιγραφή της μετατροπής ανθρώπων σε φονικές ρέπλικες, που ολοκληρώνεται με συγκλονιστικό τρόπο, οι σεκάνς του δευτέρου μέρους στο Βιετνάμ, είναι σχεδόν ανακουφιστικές!

SUSPIRIA (1977)

Μια νεαρή Αμερικανίδα πηγαίνει στη Γερμανία να σπουδάσει μπαλέτο. Εκεί πρόκειται να εισαχθεί σε μια φημισμένη ακαδημία χορού στην καρδιά του περίφημου Μαύρου Δάσους. Προς έκπληξή της, δεν γίνεται δεκτή το βράδυ εκείνο, οπότε αναγκάζεται να καταφύγει σε ξενοδοχείο για να περάσει τη νύχτα. Αντιλαμβάνεται μια κοπέλα να τρέχει στο δάσος και την επομένη πληροφορείται τη βίαιη δολοφονία της. Προσπαθώντας να καταλάβει τι έχει συμβεί θα γίνει μάρτυς μιας εφιαλτικής πραγματικότητας.

Ο Ντάριο Αρτζέντο εκκινεί από τη συλλογή "Suspiria de profundis" του Τόμας Ντε Κουίνσι για να δημιουργήσει ένα φιλμ αναφοράς στο χώρο της ταινίας τρόμου. Πλάνα ασσύληπτης αισθητικής, με ιδιάζοντες φωτισμούς, περιπλανήσεις της κάμερας σε δαιδαλώδεις διαδρόμους, εφιαλτική μουσική του ιδίου του Αρτζέντο, του Φίλιπ Γκλας,και των Goblin, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, εκμετάλλευση των φυσικών στοιχείων (της βροχής, του αέρα, της φωτιάς),οι γνωστές τελετουργικές σκηνές φόνου που συναντάμε σε όλο του έργο του Ιταλού μετρ, συνθέτουν ένα αξέχαστο παραληρηματικό φιλμ, που εγγράφεται παντοτινά στη μνήμη.

Ο ΕΞΟΛΟΘΡΕΥΤΗΣ (The Terminator, 1984)

Ο Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ βρίσκει το ρόλο της ζωής του: υποδύεται ένα κακό ρομπότ - εξολοθρευτή που στάλθηκε από τον 21ο αιώνα στο Λος Άντζελες του 1984, για να σκοτώσει την φαινομενικά ακίνδυνη, αθώα Λίντα Χάμιλντον, που το παιδί της θα παίξει ένα σημαντικό ρόλο στο μέλλον εναντίον του Κακού. 

Βασικά ο εξολοθρευτής είναι μια ταινία Β'διαλογής της δεκαετίας του '50, που προσαρμόστηκε στις απαιτήσεις του 1984, με γοργό ρυθμό, έντονη δράση και βία, ένα φτηνό έργο επιστημονικής φαντασίας, όπου οι εκπλήξεις διαδέχονται η μία την άλλη και όπου αναπτύσσεται η σκοτεινή πλευρά της τεχνολογίας. Πολύ πιο φτηνή από την συνέχειά της ("Εξολοθρευτής 2"), αποδεικνύεται συνάμα και καλύτερή της, αφού η έλλειψη χρημάτων ώθησε τον Κάμερον να βασισθεί και αναπτύξει άλλα στοιχεία, όπως την ατμόσφαιρα και την φαντασία, πέρα από τα ειδικά εφέ. 

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (Dangerous Liaisons, 1988)

Ένα πολυδάπανο παρακμιακό δράμα για τις γαλλικές σεξουαλικές ίντριγκες του 18ου αιώνα, διασκευή του ομότιτλου αναγνωρισμένου θεατρικού έργου. Η Γκλεν Κλόουζ καταφέρνει και κλέβει την παράσταση υποδυόμενη τη φαύλη και εκδικητική μαρκησία. Η κύρια ευχαρίστηση της στην πληκτική, πλούσια ζωή της είναι να συνωμοτεί με τον εξίσου κυνικό υποκόμη Ντε Βαλμόν (Τζων Μάλκοβιτς). Στο τελευταίο σχέδιο τους, στο στόχαστρο μπαίνουν η παρθένα Σεσίλ και η αγνή Μαντάμ ντε Τιρβέλ.

Οι προσπάθειες όμως του Βαλμόν να τις καταστρέψει για την προσωπική του απόλαυση περιπλέκονται όταν ερωτεύεται την ανυποψίαστη Μαντάμ ντε Τιρβέλ. Ο Φρίαρς, μας ξεναγεί στα μπουντουάρ και στα σαλόνια της αριστοκρατίας, που τη χαρακτηρίζει η κομψότητα και η κακοβουλία, συνθέτοντας ένα κινηματογραφικό κομψοτέχνημα πάνω στις έννοιες της δύναμης (ως αρπακτικής ιδιοτέλειας), της προσωπικής επιβολής, του ναρκισσισμού, της λαγνείας, των υπόγειων ενστίκτων, καθώς και της μεταμορφωτικής - γι'αυτό και "ενοχλητικής" - δύναμης του Έρωτα.

ΣΙΝΕΜΑ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (Nuovo cinema Paradiso, 1988)

Η τρυφερή, ποιητική αναφορά πάνω στην αθωότητα, τη νεότητα, τη φιλία, τον κινηματογράφο, που εξακολουθεί να συναρπάζει το κοινό με το μίγμα συναισθηματισμού, νοσταλγίας, και των εικόνων μιας περασμένης εποχής. "Ήθελα να δημιουργήσω μια φαντασία για την εποχή που ο κινηματογράφος ήταν έξαψη", λέει ο Τορνατόρε που κατάφερε όχι μόνο αυτό, αλλά παράλληλα κατέγραψε το μεταβαλλόμενο πρόσωπο ολόκληρου του κόσμου. Γεμάτο από όμορφες και εξαιρετικά συγκινητικές εικόνες, το φιλμ είναι μια συναρπαστική μελέτη των ηθών μιας μικρής πόλης και μια ευλογία στην δύναμη της φαντασίας.

ΟΛΕΘΡΙΑ ΣΧΕΣΗ (Fatal Attraction, 1987)

Είναι η ιστορία μιας εξωσυζυγικής σχέσης, που γίνεται εφιάλτης για το δικηγόρο Μάικλ Ντάγκλας, ο οποίος γνωρίζει ένα Σαββατοκύριακο πάθους με την καριερίστα Άλεξ (Γκλεν Κλόουζ), ενώ η σύζυγός του, λείπει στην εξοχή με τα παιδιά. Όταν ο Ντάγκλας διώχνει την Άλεξ, εκείνη αρνείται να τον αφήσει ήσυχο και κάνει τη ζωή του κόλαση.

Ένα καλοδουλεμένο θρίλερ, που γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία, αφού συν τοις άλλοις, συνέπιπτε με τις συντηρητικές ηθικές αρχές εκείνης της περιόδου (η ταινία λειτουργεί σαν υπενθύμιση του Χόλιγουντ, για όσους τολμούν να ξεστρατίσουν από τις αρχές του γάμου). Το αρχικό τέλος που προέβλεπε να αυτοκτονήσει η Κλόουζ ενοχοποιώντας τον Ντάγκλας, απορρίφθηκε όταν το κοινό που είδε τη δοκιμαστική κόπια ζήτησε μια πιο ικανοποιητική κατάληξη - μολονότι από καλλιτεχνικής πλευράς το μελοδραματικό, γεμάτο εξάρσεις και αγωνία φινάλε (αν και δεξιοτεχνικά σκηνοθετημένο) δεν θεωρείται πιο ικανοποιητικό.

ΣΟΥΠΑ ΑΠΟ ΠΑΠΙΑ (Duck soup, 1933)

Αν και αντιμετώπισε την απόρριψη από τους κριτικούς και το κοινό με την προβολή της, η ταινία θεωρείται σήμερα η καλύτερη κωμωδία των αδερφών Μαρξ. Με φόντο το μυθικό πριγκιπάτο της Φριντόνια, το φιλμ παρουσιάζει μια καταιγιστική, απολαυστική πλοκή γεμάτη από κατασκοπία, στρατιωτικές ίντρικες και μυστική διπλωματία. Χαρακτηρίστηκε ως σάτιρα της διπλωματίας και των μυστικών συμφωνιών της εποχής, μολονότι είναι αμφίβολο αν οι δημιουργοί της είχαν αυτήν την πρόθεση. Το καταιγιστικό, μηδενιστικό, αναρχικό χιούμορ των Μάρξ, το ολοκληρωτικά ταγμένο στο παράλογο, δηλώνει εδώ το πιο βροντερό παρών του.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ (The French Connection, 1971)

Εξαιρετικά σκληρό αστυνομικό θρίλερ, που παρουσιάζει ένα φανατικό, έμπειρο αστυνομικό, που είναι πρόθυμος να παραβιάσει κάθε κανόνα, αρκεί να εξαρθρώσει ένα διεθνές δίκτυο ναρκωτικών. Στην εποχή του επαινήθηκε, τόσο για την ανάλυση του αστυνομικού κατεστημένου, όσο και για την ερμηνεία του Τζιν Χάκμαν. Αποτελεί μία ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής στους δρόμους της Νέας Υόρκης και κέρδισε πέντε Όσκαρ.

Ξεχωρίζει επίσης για τη σκηνή όπου ο ηγέτης του δικτύου ναρκωτικών ξεφεύγει με το μετρό από το διώκτη του, Ντόιλ, κουνώντας ειρωνικά το χέρι του. Ακολουθεί μία καταδίωξη με αυτοκίνητα κάτω από τις γέφυρες του υπογείου, με κάμερες στο καπό και στους προφυλακτήρες, που επηρέασε πολλές μεταγενέστερες ταινίες (δες βίντεο)."Το τραγικό και απελπισμένο τρελό οδοιπορικό μετατρέπεται σε έναν υπαρξιακό εφιάλτη, σ'έναν κορυφαίο λαβύρινθο, με το Λος Άντζελες βασικό πρωταγωνιστή" (Α. Δερμετζόγλου). Το σίκουελ της ταινίας, "Ο άνθρωπος από τη Γαλλία 2", σκηνοθετημένο από τον Τζον Φρανκεχάιμερ, είναι ανώτερο σε χαρακτηρολογική ανάλυση, αλλά κατώτερο σε πλοκή.

M.A.S.H (1972)

Η κωμωδία που έκανε διάσημο τον Άλτμαν, βραβεύτηκε στις Κάννες, έκανε μεγάλη καριέρα, αλλά ευτυχώς δεν παρέσυρε τον σκηνοθέτη σε κάποιου είδους συμβιβασμό με τα στάνταρντ του Χόλιγουντ, ο οποίος συνέχισε να σκηνοθετεί έτσι αδέσμευτος, μέχρι το τέλος της ζωής του (πέθανε το 2006). Πρόκειται για ένα σατιρικό αντιπολεμικό σχόλιο, με μαύρο χιούμορ, που θυμίζει αδερφούς Μαρξ.

Σε μια περίοδο που η σκιά του πολέμου του Βιετνάμ ήταν βαριά, η αντικαθεστωτική τάση της ταινίας αντανακλούσε το πνεύμα του αντιπολεμικού κινήματος, το οποίο ολοένα και περισότερο έβλεπε την τρέλα του Βιετνάμ ως μαύρη κωμωδία (μολονότι το έργο εκτυλίσσεται στον πόλεμο της Κορέας). Αν και πολλές από τις καινοτομίες της ταινίας μπορεί σήμερα να φαίνονται παλιομοδίτικες, ωστόσο προκάλεσαν σοκ την εποχή που προβλήθηκε. Αυτό που την έκανε ασυνήθιστη για την εποχή της ήταν οι μεγάλες δόσεις αίματος και επιτηδευμένης έλλειψης καλαισθησίας. Οι ερμηνείες όλων είναι εκπληκτικές και το σενάριο πανέξυπνο.

ΑΓΚΙΡΕ Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Aguirre, der Zorn Gottes / Aguirre: The Wrath of God, 1972)

Ένα αριστουργηματικό φιλμ από τον Χέρτζοκ, ενός από τους σημαντικότερους εκφραστές του "Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου", με τον εκπληκτικό Κλάους Κίνσκι στον πρωταγωνιστικό ρόλο, που δίνει μία απο τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του. Γυρισμένη κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες, στις ζούγκλες της Νότιας Αμερικής και στις περουβιανές Άνδεις, η ταινία αφηγείται την ιστορία του παρανοϊκού Αγκίρε, που οδηγεί το 1560, μια ομάδα Ισπανούς κονκισταδόρες του Πιζάρο στην αναζήτηση του Ελ Ντοράντο, της μυθικής χρυσής πόλης του Περού, αλλά στο δρόμο η ομάδα πέφτει στους κινδύνους της απομακρυσμένης ζούγκλας. Πάνω απ'όλα η ταινία είναι ένα πεσιμιστικό σχόλιο γύρω από τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης.

ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ (Dancer in the Dark, 2000)

Η Σέλμα, μια σχεδόν τυφλή Τσέχα μετανάστρια στις ΗΠΑ, συγκεντρώνει χρήματα για να εγχειρίσει το παιδί της που έχει την ίδια πάθηση στα μάτια, Κατηγορείται όμως για φόνο και καταδικάζεται σε θάνατο, απόφαση που αποδέχεται μοιρολατρικά, μια και τα χρήματα που απαιτούνται για την αναθεώρηση της δίκης προορίζονται για το παιδί της.
 
Μια ταινία έκπληξη από τον ιδιοφυή ημιπαράφρονα Λαρς Φον Τρίερ, που καταφέρνει να συγκεράσει πράγματα αντιφατικά μεταξύ τους. Το μιούζικαλ με το προλεταριακό φόντο, την μπρεχτική αποστασιοποίηση (μέσω πανέξυπνων ευρημάτων) με την αριστοτελική ταύτιση (ακολουθώντας τους κώδικες του μελοδράματος), την λαμπερή Μπιοργκ (που πραγματικά συγκλονίζει με την ερμηνεία της) με μια αντιχολιγουντιανή διάθεση. Το αποτέλεσμα είναι μια ταινία που ξεπερνά κάθε κατηγοροποίηση και ταξινόμιση, η οποία βραβεύτηκε στις Κάννες με τον Χρυσό Φοίνικα.

ΟΙ ΑΛΛΟΙ (The Others, 2001)

To 1945 στη Νήσο Τζέρσει, η Γκρέις μένει σε μια απομονωμένη βικτωριανή έπαυλη μαζί με τα δυο παιδιά της, που μια σπάνια ασθένεια κρατά μακριά από το φως του ήλιου. Ο παράξενος τρόπος ζωής της οικογένειας διαταράσσεται από τον ερχομό τριών μυστυριωδών υπηρετών, αλλά και από την διαπίστωση ότι το σπίτι κατοικείται από "άλλους" που θέλουν να τους εκδιώξουν.

Ένα άκρως ατμοσφαιρικό και υποβλητικό θρίλλερ, με φοβερή σκηνοθεσία και απρόβλεπτο φινάλε από ένα πολύ μεγάλο σκηνοθετικό ταλέντο. Τα κραυγαλέα εφέ τρόμου απουσιάζουν, αφού ο Αμεναμπάρ γνωρίζει καλά ότι για την πρόκληση του τρόμου, εκείνο που πρωτίστως απαιτείται είναι ο υπαινιγμός ενός κρυμένου μυστικού, ενός αντικειμένου ή μιας οντότητας, του "Άλλου" που συνεχώς είναι παρών αλλά που ποτέ δεν δείχνεται. Σκοτεινοί διάδρομοι, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, ομίχλη που τυλίγει ασφυκτικά την έπαυλη, διφορούμενοι χαρακτήρες, τέλεια ενορχηστρωμένα από τον σκηνοθέτη και με μια εκπληκτική Νικόλ Κίτμαν σε κορυφαία ερμηνευτικά επίπεδα.

MINORITY REPORT (2002)

Στην Ουάσινγκτον του 2054, τρία μεταλλαγμένα ανθρώπινα όντα προβλέπουν τα εγκλήματα και οι δράστες συλλαμβάνονται πριν τα διαπράξουν. Όταν ο κορυφαίος αστυνομικός Τζόν Άντερσον κατηγορείται για φόνο, αμφισβητεί τις προβλέψεις και ως φυγάς επιχειρεί να ξεδιαλύνει την πλάνη.

Πολύπλοκο σενάριο επιστημονικής φαντασίας, εμπνευσμένο από ιστορία του Φίλιπ Ντίκ, άψογα σκηνοθετημένο από τον Στήβεν Σπίλμπεργκ, με αισθητική που συγχωνεύει αριστοτεχνικά τα Οργουελικά οράματα με στοιχεία του φιλμ - νουάρ και θέμα του την παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών από την ταχέως αναπτυσσόμενη high - tech κοινωνία μας. Αν δεν υπήρχε αυτό το προβλέψιμο και καθαρά χολιγουντιανό φινάλε...

ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ (Caro diario, 1993)

Ο χαρακτηριζόμενος από πολλούς "Γούντι Άλλεν της Ιταλίας" σκηνοθετεί για μία ακόμη φορά σε α' πρόσωπο και καταφέρνει με τον πλέον απλό και ευθύ τρόπο, να μιλήσει για τόσα πολλά πράγματα (όπως η πολιτική, η αρρώστια, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και το σινεμά, η τέχνη, η χαρά της ζωής) που άλλοι σκηνοθέτες θα χρειάζονταν πολλές ταινίες για να το κάνουν. Χωρισμένο σε τρία μέρη ("Στη Βέσπα", το "Νησιά" και το "Γιατροί"), αυτό το φιλμ είναι ένας δοξασμός της καθημερινότητας και την "υλικής" μας ζωής και παρά τις μελαγχολικές και πικρές νότες μερικών στιγμών του (ίσως και εξαιτίας τους), δημιουργεί ένα σπάνιο συναίσθημα ευφορίας και αποδοχής της ζωής.

Ο ΚΑΠΝΟΣ (Smoke, 1995)

Από τις ταινίες εκείνες που θαυμάζεις την δύναμη της υποβολής τους παρά την λιτότητα της κατασκευής τους. Με αποκλειστικό - σχεδόν - χώρο διεξαγωγής της δράσης ένα καπνοπωλείο του Μπρούκλιν, όπου συναντώνται διάφοροι εκκεντρικοί χαρακτήρες, που αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα της κοινωνίας της Νέας Υόρκης. 

Στηριγμένη εν' πολλοίς στον αυτοσχεδιασμό και τον διάλογο των καλών της ηθοποιών, η ταινία αυτή (αποτέλεσμα συνεργασίας του σκηνοθέτη Γουέιν Γουάνγκ και του συγγραφέα Πολ Όστερ) καταφέρνει να συνθέσει με μαεστρία τις διαπλεκόμενες ιστορίες των ηρώων του και να δημιουργήσει ένα εντυπωσιακό ενιαίο σύνολο, με κωμικό και συγκινητικό τόνο ταυτόχρονα, πάνω σε δύσκολες έννοιες όπως η εμπιστοσύνη, η μετάνοια και η ευθύνη, που σου μιλάει κατευθείαν στην καρδιά.

ΤΡΙΑ ΧΡΩΜΑΤΑ : Η ΛΕΥΚΗ ΤΑΙΝΙΑ (Trzy kolory: Bialy / Three Colours: White)

Ο Καρόλ είναι Πολωνός κομμωτής. H σύζυγός του, Ντομινίκ είναι Γαλλίδα. Τους γνωρίζουμε κατά την απόφαση του δικαστηρίου για το διαζύγιό τους. Κατά την Ντομινίκ, ο γάμος τους δεν ολοκληρώθηκε, κάτι που ο Καρόλ δεν αρνείται. Έτσι, ο Καρόλ τα χάνει όλα: την αγάπη, τη γυναίκα του, το κομμωτήριό του. Χωρίς χρήματα, χωρίς διαβατήριο, ταπεινωμένος και κυνηγημένος από την αστυνομία δεν μπορεί να επιστρέψει στην Πολωνία. Η βοήθεια θα έρθει από τον Μικολάι, έναν συμπατριώτη του που γνωρίζει στο μετρό και τότε έρχεται η ώρα να καταστρώσει προσεκτικά την εκδίκησή του.

Για το δεύτερο μέρος της τριλογίας του ο Πολωνός σκηνοθέτης αφήνει τα μεγαλόσχημα μονοπάτια της "Μπλε Ταινίας" και επιστρέφει στην αποπνέουσα μιζέρια και μελαγχολία πατρίδα του. Στο προσκήνιο έχουμε ένα καλά ενορχηστρωμένο σχέδιο εκδίκησης από τον Κάρολ στην εναγώνια προσπάθειά του να ξανακερδίσει την σεξουαλικά ανικανοποίητη γυναίκα του που τον χώρισε και από πίσω μία πολιτική αλληγορία πάνω στην έννοια της ισότητας. 

ΤΡΙΑ ΧΡΩΜΑΤΑ : Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΤΑΙΝΙΑ (Trois Couleurs: Rouge, 1994)

Η Βαλεντίν φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και μοντέλο τραυματίζει ένα σκυλί που ανήκει σ'εναν απομονωμένο, ψυχρό και ασυγκίνητο άνθρωπο που αρέσκεται να παρακολουθεί τους γείτονές του. Οι δυό τους θα αναπτύξουν μία παράξενη σχέση που θα επηρεάσει τις ζωές τους. Το τρίτο χρώμα της γαλλικής σημαίας συμβολίζει την αδελφότητα και από πολλούς θεωρείται η καλύτερη ταινία της τριλογίας. Ένας λυρικός μεταφυσικός στοχασμός πάνω στην Ύπαρξη, στην Αγάπη και στο αδυσώπητο της Μοίρας και του Θανάτου.

'Οπως στα περισσότερα έργα του σκηνοθέτη, η ταινία βρίθει από συγκυρίες και συμπτώσεις που καταλυτικά επεμβαίνουν στο πεπρωμένο των χαρακτήρων για να το αναδιαμορφώσουν ριζικά και η απλή καθημερινότητα καταυγάζεται από ένα μεταφυσικό φως (διόλου επιπόλαιο και απλοικό) που γεμίζει ελπίδα και αισιοδοξία για το τέλος, παρά την τραχύτητα της διαδρομής. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, ενωνόμαστε με υπόγεια, ακατάλυτα δεσμά και επικοινωνούμε μυστικά. Μένει να το συνειδητοποιήσουμε.

ΤΟ ΜΙΣΟΣ (La Haine, 1995)

"Το Μίσος ειναι η ιστορία ενός ανθρώπου που πέφτει από τον πεντηκοστό όροφο μιας πολυκατοικίας. Καθώς, πέφτοντας περνάει έναν - έναν τους ορόφους, δεν σταματά να επαναλαμβάνει: Μέχρι εδώ καλά, μέχρι εδώ καλά...Όλα αυτά για να πούμε οτι το σημαντικό δεν είναι η πτώση, αλλά η προσγείωση" (Ματιέ Κάσοβιτς). Η δεύτερη ταινία του 27χρονου τότε Ματιέ Κάσοβιτς, υπήρξε εμπορική επιτυχία, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ των Καννών. 

Με ασπρόμαυρη φωτογραφία, επιθετική μουσική και στυλίστικη σκηνοθεσία, το φιλμ ακολουθεί εν'πολλοίς την φιλοσοφία του ντοκυμαντέρ και χωρίς να πέφτει στην παγίδα της καταγγελίας και του επιφανειακού μανιχαϊσμού, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ρεαλιστικές καταγραφές της αθέατης γαλλικής πραγματικότητας και της αυθαιρεσίας της εξουσίας.

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΩΤΡΙΑΣ (Le Mari de la Coiffeuse, 1990)

Όταν ήταν αγόρι ο Αντουάν είχε τη δική του γυναίκα - φαντασίωση. Όχι ένα μοντέλο ή την ωραία της γειτονιάς, αλλά μια κομμώτρια. Τα απαλά της χέρια στο κεφάλι του και οι τρυφερές μυρωδιές του μαγαζιού της αρκούσαν για να στείλουν το παιδικό του μυαλό στον έβδομο ουρανό. Τώρα μεσήλικας πια, ο Αντουάν βρίσκει την ιδανική ενσάρκωση του παιδικού του ονείρου στην Ματίλντ και μαζί της ζει τον πιο γήινο, μυσταγωγικό και αυτάρκη έρωτα που έχει εξελιχθεί ποτέ σε κομμωτήριο, ίσως και στο σινεμά. 

Λιτό και αισθησιακό, ρεαλιστικό και βαθιά ρομαντικό, εστιασμένο με εμμονή στα βλέμματα και στις χειρονομίες για να μην χάσει και τον παραμικρό ψυχικό αντικατοπτρισμό τους, το φιλμ αυτό είναι από κείνες τις μικρές ταινίες με την μεγάλη καρδιά, που σε ωθούν να εκφράσεις την κοινότοπη δήλωση ότι "όσο και αν ο κινηματογράφος εξαρτάται από τα χρήματα, εκείνο που προέχει για να φτιαχτεί μία μεγάλη ταινία, είναι η ψυχή του δημιουργού της". Ο Λεκόντ εδώ - για μια ακόμη φορά - αποδεικνύει ότι την διαθέτει. Τον ευχαριστούμε που μας την προσφέρει.

TRUST (1990)

Ο Χαλ Χάρτλι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αμερικάνικου ανεξάρτητου κινηματογράφου ίδρυσε την εταιρία παραγωής Action Features και άρχισε να γυρίζει αντικομφορμιστικές ταινίες στο πνεύμα της Σχολής της Νέας Υόρκης. Η ταινία αυτή είναι η δεύτερη κατά σειρά του σκηνοθέτη, μια βελτιωμένη έκδοση της πρώτης με τίτλο "The unbelievable truth" (1989), που επανέρχεται στο ίδιο σχεδόν τοπίο και την ίδια κοινωνία μιας πόλης στο Λόνγκ Άιλαντ, χρησιμοποιώντας και την ίδια πρωταγωνίστρια στο ρόλο της αποξενωμένης έφηβης. 

Υποκριτικό στυλιζάρισμα και σταθερά πλάνα που μεταδίδουν την εσωστρέφεια των χαρακτήρων, την εξωτερική τους ακινησία λόγω αδυναμίας προσαρμογής στο κοινωνικό ρεπερτόριο των ρόλων και την συνεχή τους περισυλλογή στην αναζήτηση της αυθεντικότητας, δημιουργική αξιοποίηση του ήχου, μπρεχτική αποστασιοποίηση, ιδιόρυθμο και λεπτό χιούμορ, αδειάλειπτος στοχασμός σε σύγχρονα θέματα (κυρίως πάνω στην επικοινωνία), συνθέτουν τα βασικοτερα χαρακτηριστικά όλων των ταινιών ενός σκηνοθέτη που αξίζει να ανακαλύψετε. Στο ίδιο ύφος και η επόμενη ταινία του αυτής της περιόδου, το "Simple men" (1992).

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΧΟΥΛΑ ΧΟΥΠ (The Hudsucker Proxy, 1994)

Οι ιδιοφυείς αδελφοί Κοέν μπήκαν στο χώρο του παραδοσιακού κινηματογράφου με αυτή την απολαυστική κωμωδία των βιομηχανικών μηχανορραφιών στις αίθουσες των διοικητικών συμβουλίων. Με χωροχρονικό πλαίσιο τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '50 και με στοιχεία δανεισμένα από τον Φρανκ Κάπρα και Πρέστον Στάρτζες, παρουσιάζουν την ιστορία του χαζούλη Νόρβιλ Μπάρνς, που απρόσμενα γίνεται πρόεδρος ενός μεγάλου ομίλου. Η ιστορία του απλοϊκού χωριάτη, που ξεπερνά τις παγαποντιές των πρωτευουσιάνων δεν είναι κάτι καινούριο, αλλά οι Κοέν την προσάρμοσαν έτσι ώστε να αποτίει φόρο τιμής στην κωμωδία της δεκαετίας του '40 και παράλληλα στο ίδιο το αμερικάνικο όνειρο. 

Εξωπραγματικά σκηνικά και χαρακτήρες που φαίνονται σαν να έχουν ξεπηδήσει από καρτούν, συνδυάζονται για να φωτίσουν τη σουρεαλιστική, απάνθρωπη φύση της ύπαρξης στο περιβάλλον των πολυεθνικών εταιριών. Απεικονίζει έναν κόσμο παρανοϊκό, μια τερατώδη παρωδία όλων όσων αποτελούν το αμερικάνικο όνειρο - χρήματα, δύναμη, επιτυχία - με εξαιρετικές ερμηνείες απ'όλους.

Ο ΕΛΑΦΟΚΥΝΗΓΟΣ (The Deer Hunter, 1978)

 Η ταινία υπήρξε ένα τολμηρό ρίσκο, αφού οι ταινίες για το Βιετνάμ δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς το 1978 και ο ελάχιστα γνωστός σκηνοθέτης Μάικλ Τσίμινο πρέπει να φάνηκε ανησυχητικά άπειρος στου χρηματοδότες του (δεδομένου ότι είχε γυρίσει μονάχα την "Μεγάλη ληστεία της Μοντάνα" που δεν αποτελούσε εγγύηση της δυνατότητάς του να χειριστεί μία τρίωρη υπερ-ταινία με μεγάλο προυπολογισμό, μεγάλους ηθοποιούς, πολλούς κομπάρσους και ένα από τα πιο ιδιόμορφα και ταλαντούχα αστέρια του Χόλιγουντ, τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο). Ωστόσο προς τιμήν του Τσίμινο όλα πήγαν καλά και η ταινία έδρεψε εμπορική επιτυχία και επαίνους από τους κριτικούς.

Οι σκηνές όπου οι αιχμάλωτοι πολέμου αναγκάζονται από τους Βόρειοβιετναμέζους να παίξουν ρώσικη ρουλέτα με ένα περίστροφο, προκάλεσαν αντιδράσεις και ο Τσίμινο ισχυρίστηκε ότι ήταν μια απλή απεικόνιση της πραγματικότητας, κάτι που προκάλεσε διασημότητα και βοήθησε εμπορικά την ταινία. Ο Ντέ Νίρο έκανε μία από τις καλύτερες ερμηνείες του, ο Κρίστοφερ Γουόκεν κέρδισε Όσκαρ Β' Αντρικού Ρόλου και σε έναν από τους πρώτους ρόλους της, η Μέριλ Στρίπ προτάθηκε για Όσκαρ. Η ταινία απέσπασε επίσης το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και ό Τσίμινο το Όσκαρ Σκηνοθεσίας.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΧΩΡΙΣ ΑΙΤΙΑ (Rebel Without A Cause, 1955)

Το θρυλικό είδωλο της οθόνης, ο Τζέιμς Ντιν, πρωταγωνίστησε μόνο σε τρεις ταινίες και σε αυτήν ερμηνεύει τον καλύτερο ρόλο του, ενός παραστρατημένου εφήβου, παρεξηγημένου από τους γονείς του και την κοινωνία. Ο ποιητικός τίτλος της ταινίας ταιριάζει απολυτα με την εικόνα του Ντιν και βοήθησε το κοινό να ταυτιστεί μαζί του, όχι μόνο στην Αμερική αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ταινία σκιαγραφεί το πορτραίτο της υπαρξιακής αποσύνθεσης της νεολαίας, ιδιαίτερα των κεντροδυτικών πολιτειών, κριτικάρει δριμύτατα τον γονεϊκό αυταρχισμό και εκθέτει το χάσμα μεταξύ των γενεών.

Παιδί του Actors Studio και αποκαλύψη του Ελία Καζάν, ο Τζέιμς Ντιν με αυτήν την ταινία έγινε θρύλος και σύμβολο μιας νεολαίας, που ντυμένη στα πλουτζίν και τα πέτσινα άκουγε ροκ εντ ρολ και ξεσηκώνονταν "χωρίς αιτία", απέναντι σ'ένα πουριτανικό και συντηρητικό κατεστημένο. Έζησε γρήγορα και πέθανε νέος, κάνοντας πράξη το σύνθημα μιας γενιάς στο οποίο πολλοί πίστεψαν, ελάχιστοι όμως έκαναν πράξη. Το πολύ καλό σενάριο, καθώς και η σκηνοθεσία του Νίκολας Ρέι, διαθέτουν ακόμα τη δύναμη να συναρπάζουν.

ΞΕΓΝΟΙΑΣΤΟΣ ΚΑΒΑΛΑΡΗΣ (Easy Rider, 1969)

Στο θρυλικότερο "road movie" όλων των εποχών, δυο νεαροί περιπλανώνται στο αχανές τοπίο της Αμερικής, πάνω στις μοτοσικλέτες τους, που θυμίζουν σχέδια του Νταλί. Έξω από το χρόνο, χωρίς σκοτούρες και χωρίς προθέσεις, θ'αναζητήσουν την ανεμελιά της ελευθερίας και θα βρουν τον θάνατο. Με παραγωγό τον Πίτερ Φόντα, σκηνοθέτη τον Ντένις Χόπερ και τους ίδιους στους παραπάνω ρόλους, η ταινία γίνεται η έκπληξη αυτής της ταραγμένης δεκαετίας. Έκπληξη που έγινε λατρεία και σύμβολο ελευθερίας.

Από τις πρώτες "οδοιπορικές" ταινίες (road movie), που θα έχει μεγάλη ανταπόκριση, ιδιαίτερα στη νεολαία και θα γίνει μία από τις πιο εμπορικές ταινίες της δεκαετίας του '60. Είναι μία καταγραφή της αμφισβήτησης των ηθικών αρχών, του πουριτανισμού των 60's, ένας ύμνος στην ατομική ελευθερία. Περιγράφεται η ουσία του χιπισμού που σήμερα μπορεί να φαίνεται αναχρονιστικός, αλλά αποτελεί συναρπαστικό ντοκουμέντο μιας περασμένης εποχής. Η βασική ιστορία είναι πολύ χαλαρή, αλλά καταγράφει την ατμόσφαιρα της περιόδου όσο καμιά άλλη ταινία, κάνοντας αστέρια τόσο τον Χόπερ, όσο και τον νεαρό Τζακ Νίκολσον. 

ΠΕΝΤΕ ΕΥΚΟΛΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ (Five Easy Pieces, 1970)

Ο πρώτος πρωταγωνιστικός ρόλος του Τζακ Νίκολσον, μετά τη δόξα του ως δευτεραγωνιστή στον "Ξέγνοιαστο καβαλάρη", λαμβάνει χώρα σ'αυτό το αντιηρωικό road movie. Παίζει το ρόλο ενός περιφερόμενου νέου που το πρωί εργάζεται στις πετρελαιοπηγές της Καλιφόρνια και το βράδυ παίζει μπόουλινγκ με την κοπέλα του. Στην συνέχεια ανακαλύπτουμε ότι η ταυτότητά του είναι πλαστή και ότι στην πραγματικότητα είναι γόνος πλούσιας οικογένειας, που έχει όμως απαρνηθεί έτσι απλά από αντίδραση. Το στόρυ αναπτύσσεται καθώς ο Νίκολσον επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι, για να επισκεφτεί και να τα βρεί με τον άρρωστο πατέρα του.
 
Από τις καλύτερες στιγμές του αμερικάνικου κινηματογράφου της αμφισβήτησης (ο οποίος ευδοκίμησε αυτήν την δεκαετία), που με την επικέντρωση στην μελέτη των χαρακτήρων, την κριτική ματιά, και την απουσία "συγκλονιστικής" δράσης, θυμίζει περισσότερο φιλμ ευρωπαικό παρά αμερικάνικο. Η εξερεύνηση της κουλτούρας του μοναχικού Αμερικανού, που βλέπει την ύπαιθρο να οικοδομείται όλο και περισσότερο μη έχοντας πια που να στραφεί, γίνεται με αξιοθαύμαστο τρόπο. Στο τέλος μετά τις συγκρούσεις και τα λεκτικά πυροτεχνήματα, υπάρχει κάτι απελπιστικά θλιβερό στη μοίρα του ήρωα: τρομοκρατημένος από τη σκέψη της ευθύνης και αναζητώντας το άπιαστο όνειρο της ελευθερίας, καταφεύγει στις παγωμένες ερημιές της Αλάσκας...