O Πολ (James Stewart) ένας αποσυρμένος πρώην εισαγγελέας που δικηγορεί απλώς για την επιβίωση, θα αναλάβει μία υπόθεση φόνου δράττοντας έτσι της ευκαιρίας να ξαναγυρίσει στο προσκήνιο και να αποκαταστήσει τ'όνομά του. Σ'αυτήν, ένας αξιωματικός θα σκοτώσει έναν ιδιοκτήτη μπαρ που βίασε την όμορφη και προκλητική γυναίκα του και ο Πολ, που έχει αναλάβει την υπεράσπισή του, θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι το έκανε όχι εν ψυχρώ (εν πλήρη συνειδείσει δηλαδή), αλλά σε προσωρινή απώλεια νοητικού ελέγχου. Απέναντί του μία έμπειρη και πανούργα πολιτική αγωγή, που επιζητά την νίκη με το ίδιο πάθος μ'αυτόν.
Μιλάμε κατ'αρχάς για το κορυφαίο δικαστικό δράμα όλων των εποχών, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Τράβερ, ενός από τα μεγαλύτερα μπεστ-σέλερ της δεκαετίας του '60, που μεταδίδει αυτούσια όλη την "αδρεναλούχα" ένταση (και γοητεία) της δικαστικής μάχης, με το δικαστήριο να μετατρέπεται σε πολεμικό πεδίο και τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές σε στρατούς, που αντί για όπλα χρησιμοποιούν τον νου και αντί για πυρά λέξεις, με στόχο τον επηρεασμό των ενόρκων, η απόφαση των οποίων θα κρίνει τον νικητή.
Η επιδέξια χρησιμοποίηση του λογικού νου από τους αντίδικους, ξεπερνά πολλάκις και συστηματικά τα "εσκαμμένα". Τα χτυπήματα "κάτω από τη ζώνη" είναι συνεχή και λεπτομερώς σχεδιασμένα. Προσβλητικά υπονοούμενα και συναισθηματική βία μαρτύρων (που συνοδεύονται από ένα υποκριτικό συγγνώμη προς τον δικαστή), με στόχο τον επηρεασμό των ενόρκων και την προσωπική τους νίκη. Η πρωτοφανής ανάπτυξη του λογικού νου στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν έφερε δυστυχώς καμία ουσιαστική ανάπτυξη στο ανθρώπινο ον.
Εκείνο το εγωιστικό τερατάκι που βρίσκεται φωλιασμένο στις καρδιές μας εδώ και χιλιάδες χρόνια φαίνεται να μένει ανεπηρέαστο από αυτήν την ανάπτυξη του νου. Χρησιμοποιεί μάλιστα την δύναμη του Λόγου (όπως και του Σώματος) όχι για να υπηρετήσει την Αλήθεια αλλά για τους δικούς του ιδιοτελείς σκοπούς. Για να ανακαλύψει τα αδύνατα σημεία του άλλου και να τα πλήξει βίαια (η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει). Η βία πέρα από το σωματικό (και άμεσα ορατό) πεδίο, εισέρχεται πλέον και σε έναν άλλο χώρο δράσης ( αυτόν της "νοόσφαιρας" ας πούμε), αποκτώντας φαινομενικά πιο εκλεπτυσμένα και ραφιναρισμένα χαρακτηριστικά (η παρακολούθηση ενός οποιοδήποτε τηλεοπτικού πάνελ πολιτικής συζήτησης το αποδεικνύει).
Η επένδυση της γυναίκας με ελαφριά και προκλητική συμπεριφορά δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου πατριαρχικού πουριτανισμού του Πρέμινγκερ (εξάλλου το φιλμ ανατρέπει αρκετά κλισέ και περιέχει εκφράσεις που σόκαραν στην εποχή του), αλλά μία σκόπιμη επιλογή του τελευταίου για να δημιουργήσει το διφορούμενο (το οποίο εντείνουν οι φευγαλέες "περίεργες ματιές" του αξιωματικού με τη γυναίκα του σε διάφορες στιγμές) μπολιάζοντας με αμφιβολία την αλήθεια της ιστορίας τους (βιάστηκε ή όχι η γυναίκα, λένε την αλήθεια ή έχουν καταστρώσει κάποιο σχέδιο οι δυο τους;)
Με το διφορούμενο ανα χείρας εκμεταλλεύεται τους κινηματογραφικούς μηχανισμούς ταύτισης και μας εμπλέκει ως θεατές στα δρώμενα της πλοκής τοποθετώντας μας (με "χιτσκοκική καπατσοσύνη") σε μία άβολη θέση. Από τη μία θέλουμε να κερδίσει ο Πολ (αφού είμαστε ταυτισμένοι μαζί του), από την άλλη νοιώθουμε ότι κάτι πάει στραβά με το ζευγάρι και τα όσα υποστηρίζει ως αλήθεια. Το δίλημμα "νίκη του Πολ (που συμπαθούμε), ή νίκη της αλήθειας (πέρα από προσωπικές αρέσκειες)" αρχίζει ύπουλα να μας κατατρώει, φέρνοντάς μας μπροστά στις ενοχές για τη δική μας περιχαράκωση στο προσωπικό ιδιοτελές συμφέρον, για το οποίο πάντα κατηγορούμε τους άλλους.
Σπουδαία αφήγηση που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον της πλοκής, υπέροχες συνθέσεις από τον κορυφαίο τζαζίστα Ντιούκ Έλινγκτον, άψογες ερμηνείες απ'όλους, σχολιασμός της αρσενικής οπτικής (κοινωνική επιτυχία, κτητικότητα απέναντι στη γυναίκα), υποδειγματική πραγματεία πάνω στη δύναμη του Λόγου αλλά και της υποκειμενικότητας στην οποία είμαστε παγιδευμένοι (σαν τους ενόρκους) και από το πρίσμα της οποίας είμαστε δυστυχώς αναγκασμένοι να βλέπουμε τον κόσμο όλο και την ζωή.
Μιλάμε κατ'αρχάς για το κορυφαίο δικαστικό δράμα όλων των εποχών, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Τράβερ, ενός από τα μεγαλύτερα μπεστ-σέλερ της δεκαετίας του '60, που μεταδίδει αυτούσια όλη την "αδρεναλούχα" ένταση (και γοητεία) της δικαστικής μάχης, με το δικαστήριο να μετατρέπεται σε πολεμικό πεδίο και τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές σε στρατούς, που αντί για όπλα χρησιμοποιούν τον νου και αντί για πυρά λέξεις, με στόχο τον επηρεασμό των ενόρκων, η απόφαση των οποίων θα κρίνει τον νικητή.
Η επιδέξια χρησιμοποίηση του λογικού νου από τους αντίδικους, ξεπερνά πολλάκις και συστηματικά τα "εσκαμμένα". Τα χτυπήματα "κάτω από τη ζώνη" είναι συνεχή και λεπτομερώς σχεδιασμένα. Προσβλητικά υπονοούμενα και συναισθηματική βία μαρτύρων (που συνοδεύονται από ένα υποκριτικό συγγνώμη προς τον δικαστή), με στόχο τον επηρεασμό των ενόρκων και την προσωπική τους νίκη. Η πρωτοφανής ανάπτυξη του λογικού νου στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν έφερε δυστυχώς καμία ουσιαστική ανάπτυξη στο ανθρώπινο ον.
Εκείνο το εγωιστικό τερατάκι που βρίσκεται φωλιασμένο στις καρδιές μας εδώ και χιλιάδες χρόνια φαίνεται να μένει ανεπηρέαστο από αυτήν την ανάπτυξη του νου. Χρησιμοποιεί μάλιστα την δύναμη του Λόγου (όπως και του Σώματος) όχι για να υπηρετήσει την Αλήθεια αλλά για τους δικούς του ιδιοτελείς σκοπούς. Για να ανακαλύψει τα αδύνατα σημεία του άλλου και να τα πλήξει βίαια (η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει). Η βία πέρα από το σωματικό (και άμεσα ορατό) πεδίο, εισέρχεται πλέον και σε έναν άλλο χώρο δράσης ( αυτόν της "νοόσφαιρας" ας πούμε), αποκτώντας φαινομενικά πιο εκλεπτυσμένα και ραφιναρισμένα χαρακτηριστικά (η παρακολούθηση ενός οποιοδήποτε τηλεοπτικού πάνελ πολιτικής συζήτησης το αποδεικνύει).
Η επένδυση της γυναίκας με ελαφριά και προκλητική συμπεριφορά δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου πατριαρχικού πουριτανισμού του Πρέμινγκερ (εξάλλου το φιλμ ανατρέπει αρκετά κλισέ και περιέχει εκφράσεις που σόκαραν στην εποχή του), αλλά μία σκόπιμη επιλογή του τελευταίου για να δημιουργήσει το διφορούμενο (το οποίο εντείνουν οι φευγαλέες "περίεργες ματιές" του αξιωματικού με τη γυναίκα του σε διάφορες στιγμές) μπολιάζοντας με αμφιβολία την αλήθεια της ιστορίας τους (βιάστηκε ή όχι η γυναίκα, λένε την αλήθεια ή έχουν καταστρώσει κάποιο σχέδιο οι δυο τους;)
Με το διφορούμενο ανα χείρας εκμεταλλεύεται τους κινηματογραφικούς μηχανισμούς ταύτισης και μας εμπλέκει ως θεατές στα δρώμενα της πλοκής τοποθετώντας μας (με "χιτσκοκική καπατσοσύνη") σε μία άβολη θέση. Από τη μία θέλουμε να κερδίσει ο Πολ (αφού είμαστε ταυτισμένοι μαζί του), από την άλλη νοιώθουμε ότι κάτι πάει στραβά με το ζευγάρι και τα όσα υποστηρίζει ως αλήθεια. Το δίλημμα "νίκη του Πολ (που συμπαθούμε), ή νίκη της αλήθειας (πέρα από προσωπικές αρέσκειες)" αρχίζει ύπουλα να μας κατατρώει, φέρνοντάς μας μπροστά στις ενοχές για τη δική μας περιχαράκωση στο προσωπικό ιδιοτελές συμφέρον, για το οποίο πάντα κατηγορούμε τους άλλους.
Σπουδαία αφήγηση που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον της πλοκής, υπέροχες συνθέσεις από τον κορυφαίο τζαζίστα Ντιούκ Έλινγκτον, άψογες ερμηνείες απ'όλους, σχολιασμός της αρσενικής οπτικής (κοινωνική επιτυχία, κτητικότητα απέναντι στη γυναίκα), υποδειγματική πραγματεία πάνω στη δύναμη του Λόγου αλλά και της υποκειμενικότητας στην οποία είμαστε παγιδευμένοι (σαν τους ενόρκους) και από το πρίσμα της οποίας είμαστε δυστυχώς αναγκασμένοι να βλέπουμε τον κόσμο όλο και την ζωή.
1 σχόλιο:
ὁ Τζαίημς Στιούαρτ εἶναι ὁ ἀγαπημένος μου ἀλλὰ νομίζω (ἂν μοῦ ἐπιτρέπῃς) πὼς τὸ κορυφαῖο δικαστικὸ δράμα εἶναι τὸ Witness for the Prosecution.
Δημοσίευση σχολίου