ΟΙ ΖΩΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ (The Lives of Others, 2006)

Στην Ανατολική Γερμανία του 1984 (πέντε χρόνια δηλαδή πριν την πτώση του τοίχους), που τελεί υπό το άγρυπνο βλέμμα εκατό χιλιάδων πληροφοριοδοτών και διακοσίων χιλιάδων κατασκόπων της Στάζι, ο υπουργός πολιτισμού διατάσσει στον διευθυντή του υπουργείου του, την παρακολούθηση του σπιτιού ενός ζευγαριού καλλιτεχνών, και αυτός με τη σειρά του τοποθετεί ως επικεφαλή της επιχείρησης έναν αφοσιωμένο και αποτελεσματικό λοχαγό της Στάζι. Η παρακολούθηση αυτήν θα δράσει ως καταλύτης στην παρουσία του τελευταίου, οδηγώντας τον σε δραματική συνειδησιακή μεταστροφή.

Με φόντο ένα καταπιεστικό και απάνθρωπο πολιτικό καθεστώς (η πρώτη ουσιαστικά κινηματογραφική περιγραφή του), ο Henckel von Donnersmarck (σκηνοθέτης και σεναριογράφος) υφαίνει ένα άρτιο, πολυεπίπεδο ψυχολογικό δράμα, για να καταθέσει την πολύπτυχη προβληματική του πάνω στην σύγκρουση εξωτερικής και εσωτερικής ηθικής, σε ζητήματα της τέχνης (ο ρόλος και η λειτουργία της, η αποστολή του καλλιτέχνη, το κοινό της) και να πυροδοτήσει πλήθος καυτών ερωτημάτων και συζητήσεων. Πάνω απ'όλα όμως το φιλμ είναι η αφήγηση της ιστορίας ενός "καλού ανθρώπου", η αδρή περιγραφή και η ανάδειξή ως πιθανού παραδείγματος μίμισης, της αληθινά διαφορετικής ηθικής του στάσης.

Ο συγγραφέας υπηρετεί μεν την τέχνη, αλλά έχει ενδώσει στον κομφορμισμό, συμβιβαζόμενος με την απανθρωπιά του συστήματος και την κατάχρηση της εξουσίας (δεν αντιδρά ούτε στον βιασμό της γυναίκας του).  Η αυτοκτονία του στενού του φίλου, ενός αντιδραστικού (και γι'αυτό περιθωριοποιημένου) σκηνοθέτη θα τον αφυπνίσει στρέφοντάς τον σε μυστική "επαναστατική δράση". Μπορεί άραγε ένας καλλιτέχνης να κλείνει τα μάτια του στην κατάφωρη απανθρωπιά του συστήματος; Είναι αληθινός καλλιτέχνης αυτός που έπαψε να εμφορείται από την αισθητική συγκίνηση και ασχολείται με την τέχνη αποκλειστικά και μόνο για λόγους βιοποριστικούς ή για την εξασφάλιση μιας προνομιούχας θέσης στο κοινωνικό του περιβάλλον; Θα πρέπει η τέχνη να είναι πολιτικοποιημένη ή θα πρέπει να υπηρετεί μόνο την "καθαρή ομορφιά";

Η ηθοποιός από την άλλη βρίσκει στην τέχνη ένα καταφύγιο για το υπαρξιακό της κενό. Υπάρχει και "είναι ο εαυτός της" μόνο όσο τη βλέπουν και όσο τη θαυμάζουν επάνω στο σανίδι  (όταν ο λοχαγός σ'ένα εστιατόριο εκδηλώνει το θαυμασμό του γι'αυτήν, της επαναφέρει την καλή διάθεση και το νόημα για ζωή). Αδιαφορεί για όλα τα υπόλοιπα. Η σχέση της με την τέχνη όπως και του συζύγου της είναι καθαρά ωφελιμιστική. Όπως και αυτόν δεν μπορεί να την αποδεσμεύσει από ιδιοτελείς προθέσεις και σκοπούς. Ούτε τον ένα, ούτε τον άλλον μπορεί να τους μεταμορφώσει.


Τέλος υπάρχει εκείνος. Ο λοχαγός της Στάζι. Άκαμπτος, μεθοδικός, μοναχικός, καταπιεστικά ελεγχόμενος και με παγερό βλέμμα (συγκλονιστική - αμιγώς κινηματογραφική - η ερμηνεία του Ulrich Mühe), που υπηρετεί αφοσιωμένα το καθεστώς, αλλά με μια μικρή "αδυναμία" στον χαρακτήρα του. Είναι ευεπίφορος και ο πλέον ευαίσθητος και δεκτικός απ'όλους, στην ιδιαίτερη εκείνη συγκίνηση που ένα έργο τέχνης μπορεί να παράξει. Στην αισθητική συγκίνηση. Και στην μεταμορφωτική της δράση.

Σε βαθμό που το άκουσμα μιας σονάτας του Μότσαρτ, ή η ανάγνωση ενός ποιήματος του Μπρεχτ, να του φέρνουν όχι μόνο δάκρυα στα μάτια, αλλά ριζική αναθεώρηση κοσμοαντίληψης. Να του προξενούν υπαρξιακό σεισμό. Να του ξυπνούν τις επιταγές της συνείδησης και της εσωτερικής του ηθικής, κόντρα στις εξωτερικές πιέσεις με την καιροσκοπική εξωτερική ηθική. Να του αλλάζουν την ίδια του τη ζωή.

Πέρα όμως από τον "ιδανικό αποδέκτη" ενός έργου τέχνης, (και ίσως τον πραγματικό καλλιτέχνη), ο λοχαγός της Στάζι συμπαραδηλώνει και κάτι άλλο. Την ανιδιοτελή προσφορά, την άδολη και αποκαθαρμένη από κάθε ίχνος ιδιοτέλειας αγάπη, αυτήν που δίνει χωρίς να περιμένει την ανταμοιβή, την αληθινή αγάπη που θυσιάζει το "Εγώ" για να υπάρξει το "Άλλο". Το ευαγγελικό "να μην γνωρίζει η δεξιά τι ποιεί η αριστερά" βρίσκει σ'αυτόν την πλήρη εφαρμογή και είναι στο σημείο αυτό που το φιλμ αναρριχάται, στους πρόποδες έστω, της θρησκευτικής παραβολής και η αιτία ίσως για τις βαθειές, υπόγειες αντιχήσεις που μας προκαλεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: